Αρχή του χρόνου λοιπόν και ξεκινάμε το Road Trip μας στα Βαλκάνια, με προορισμούς γεμάτους εκπλήξεις και άπλετη φυσική ομορφιά. Σκοπός της συγκεκριμένης ημέρας, να φτάσουμε στις Σιδηρές πύλες του Δούναβη, ώστε να απολαύσουμε τα τρία υπέροχα φαράγγια της περιοχής, συνολικού μήκους 134 χιλιομέτρων, μα και τον ιδιόρρυθμο ποταμό που στο συγκεκριμένο σημείο αποτελεί το φυσικό σύνορο μεταξύ της Σερβίας και της Ρουμανίας.
Και ενώ βρισκόμαστε στη μεριά της Σερβίας κατευθυνόμενοι προς τα σύνορα και την πόλη Τιμισοάρα της Ρουμανίας, ένα υπέροχο ξεχωριστό γλυπτό κλέβει τη ματιά μας στην απέναντι όχθη του Δούναβη, παρά την απόσταση που μας χωρίζει. Ένα πέτρινο γλυπτό που αποφασίσαμε αμέσως να επισκεφτούμε και που τελικά άξιζε την παράκαμψη αλλά και την καθυστέρηση του τελικού μας προορισμού.
Το ξεχωριστό αυτό γλυπτό βρίσκεται κοντά στην πόλη Orșova στην κομητεία Mehedinti της Ρουμανίας και αποτελεί το ψηλότερο βραχώδες γλυπτό της Ευρώπης… έπρεπε να το είχαμε καταλάβει από την αρχή… Το πρόσωπο που είναι λαξευμένο στον κολοσσιαίο αυτό βράχο, απεικονίζει τον Decebalus, τον τελευταίο βασιλιά της Δακίας, τον οποίο θαύμαζαν και σέβονταν όχι μόνο κατά την εποχή του αλλά και μεταγενέστερα και ο οποίος πολέμησε εναντίων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων Δομιτιανού και Τραΐανού, για να διατηρήσει την ανεξαρτησία της χώρας του, της σημερινής Ρουμανίας.
Το ύψος του φτάνει τα 55 μέτρα ύψος και 25 μέτρα πλάτος, ενώ η κατασκευή του, από δώδεκα διαφορετικούς γλύπτες, κράτησε 10 ολόκληρα χρόνια, μεταξύ του 1994 με 2004. Στη δε βάση του γλυπτού είναι σκαλισμένη η ακόλουθη επιγραφή στα λατινικά “Decebalus Rex – Dragan Fecit” που μεταφράζεται “The King Decebalus – Made by Dragan”.
Η κολοσσιαία αυτή κατασκευή παραγγέλθηκε λοιπόν από τον Ρουμάνο επιχειρηματία Iosif Constantin Drăgan, ιδρυτή της ButanGas, όπως ενημερωθήκαμε, ο οποίος αγόρασε τον βράχο το 1992, ζητώντας από τον Ιταλό γλύπτη Mario Galeotti να αξιολογήσει την τοποθεσία και να φτιάξει ένα αρχικό μοντέλο. Τα πρώτα έξι χρόνια λοιπόν περιελάμβαναν τη δυναμοποίηση του βράχου στο βασικό σχήμα, ενώ τα υπόλοιπα τέσσερα χρόνια αφιερώθηκαν στην ολοκλήρωση της λεπτομέρειας.
Παρόλα αυτά, η κατασκευή του ψηλότερου βραχώδες γλυπτού της Ευρώπης δεν ήταν εύκολη υπόθεση και αυτό μας έγινε αμέσως κατανοητό. Και αυτό γιατί η πρόσβαση στον βράχο ήταν και είναι αρκετά δύσκολη και όλος ο εξοπλισμός έπρεπε να μεταφερθεί με βάρκες. Μάλιστα, την κατασκευή δυσκόλευε η τοποθεσία του βράχου, ο οποίος βρίσκεται ακριβώς πάνω από τα βαθύτερα κοιλώματα του Δούναβη, όπου το νερό λέγεται ότι φτάνει σε βάθος 120 μέτρων.
Για την ακρίβεια, δεν επιτρέπονταν μηχανήματα βαρέως τύπου και οι γλύπτες έπρεπε να κουβαλούν σάκους με εργαλεία στην πλάτη τους, βάρους 40 έως 50 κιλών. Επί οκτώ μήνες το χρόνο, σε καθημερινή βάση, οι γλύπτες έπρεπε να διασχίσουν τον Δούναβη, να περιηγηθούν σε μια περιοχή γεμάτη από φίδια και να χαράξουν, άλλοτε με τη χρήση δυναμίτη και άλλοτε με τη χρήση σφυριών, το πρόσωπο του Decebalus. Η όλη κατασκευή μάλιστα κόστισε πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια.
Όμως, παρά την αρτιότητα που εμφανίζει το γλυπτό από μακριά, είναι ολοκληρωμένο μόνο κατά το 60% του συνόλου του, σύμφωνα με τους αλπινιστές, αφού οι τελευταίες πινελιές στο πρόσωπο του Decebalus δεν χαράχτηκαν ποτέ. Στα δικά μας μάτια βέβαια το γλυπτό ήταν απλά υπέροχο. Τα τεράστια ορθογώνια μάτια του μας κοιτούσαν όπως ακριβώς ατενίζουν καθημερινά τα τρεχούμενα νερά του Δούναβη, δηλώνοντας μεταξύ άλλων την πρωτιά που κατέχει αυτή η τόσο ιδιαίτερη κατασκευή, μιας και αποτελεί το μεγαλύτερο γλυπτό σε όχθη ποταμού στον κόσμο.
Ελάχιστα μέτρα από το πρόσωπο του Decebalus, βρίσκεται το ονομαζόμενο μοναστήρι Mraconia, γνωστό ως “το μοναστήρι κάτω από το νερό”, το οποίο είναι χτισμένο πάνω από τα ερείπια του αρχικού μοναστηριού που βρίσκεται κάτω από τη στάθμη των νερών του Δούναβη και που καταστράφηκε από την κατασκευή του πρώτου υδροηλεκτρικού του IRON GATES, οπότε μια στάση ακόμα, επιβάλλονταν πριν την συνέχεια του ταξιδιού μας…
Η Τιμισοάρα απλά μας περίμενε, όπως και πολλές ακόμα τοποθεσίες που θα σας παρουσιάσουμε σε μεταγενέστερο άρθρο μας…