Με αφετηρία το Καρπενήσι ξεκινάμε ένα ξεχωριστό τριήμερο road trip στα βουνά των Αγράφων και στα υπέροχα μικρά χωριουδάκια τους.
Ωστόσο σαν κανείς θέλει να γνωρίσει εξονυχιστικά έναν τόπο, δεν αρκούν μονάχα τρεις ημέρες, όμως ακόμα και αυτές είναι υπεραρκετές για να ξεχαστούν για λίγο τα άγχη της πόλης και να “γεμίσουν οι μπαταρίες” του καθενός με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Κατευθυνόμαστε λοιπόν δυτικά προς το χωριό Καλεσμένο και Άνω Καλεσμένο και έπειτα από τις συνεχείς – ατελείωτες στροφές του, περνάμε την παλιά μεταλλική γέφυρα τύπου Belley του Μέγδοβα ποταμού με κατεύθυνση το χωριό Βίνιανη. Στα δεξιά του δρόμου, αμέσως μετά τη γέφυρα, η ξύλινη πινακίδα – σπιτάκι μας καλωσορίζει στον δήμο Αγράφων.
Πρώτη στάση του ταξιδιού μας το ιστορικό γεφύρι της Βίνιανης το οποίο κατά το παρελθόν, πριν από την κατασκευή της σιδερένιας γέφυρας στο Παρκιό, αποτελούσε το μοναδικό πέρασμα από το Καρπενήσι στη Δυτική Ευρυτανία και στα υπέροχα χωριά των Αγράφων. Αν και η διαδρομή για το γεφύρι είναι χωμάτινη, ωστόσο είναι εύκολα προσβάσιμη ακόμα και με συμβατικό αμάξι. Η μικρή ξύλινη πινακίδα στα δεξιά του δρόμου, μας ενημερώνει ωστόσο πως εκτός από το γεφύρι, στην περιοχή υπάρχουν και καταρράκτες.
Και η αλήθεια είναι πως σαν κανείς ακολουθήσει την αντίθετη πορεία των νερών του ποταμού από το γεφύρι, σε μικρή απόσταση, θα συναντήσει μια μικρή ρεματιά, που οδηγεί σε μια βαθύσκιωτη τοποθεσία, γεμάτη πελώρια πλατάνια και άφθονα τρεχούμενα νερά. Ο εντυπωσιακός καταρράκτης που σχίζει τον βράχο, ρέει από ύψος 25 με 30 μέτρων, δημιουργώντας τρεις μικρούς καταρράκτες και τρεις μικρές φυσικές λίμνες με υπέροχα χρώματα και μαγικές εικόνες.
Όμως μην ξεχνάτε πως όλα γίνονται καιρού επιτρέποντος…
Το υπέροχο λοιπόν μονότοξο γεφύρι της Βίνιανης μήκους 33 μέτρων, με ημερομηνία κατασκευής περί το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, στέκεται πανέμορφο πάνω από τα νερά του ποταμού, χαρίζοντας μας τις πιο όμορφες εικόνες του.
Στα 3 μόλις χιλιόμετρα από το γεφύρι, στο χωριό της Νέας Βίνιανης κάνουμε στάση για φαγητό κάτω από την κληματαριά της ταβέρνας “Ο Βράχος”, από τον οποίο μάλιστα θα προμηθευτούμε και το μαγικό κλειδί του Μουσείου Εθνικής Αντίστασης που θα αποτελέσει και την επόμενη στάση του ταξιδιού μας.
Παλιά Βίνιανη για τη συνέχεια, με τη διασταύρωση στο 1,5 περίπου χιλιόμετρο από την ταβέρνα προς τα δεξιά μας και 3 ακόμα χιλιόμετρα ως το εγκαταλελειμμένο χωριό, το οποίο κατά την εποχή της Εθνικής Αντίστασης αποτέλεσε την πρωτεύουσα της Ελεύθερης Ελλάδας.
Για την ιστορία, το χωριό εγκαταλείφθηκε έπειτα από τον ισχυρό σεισμό του 1966, όμως η εξαίρετη αρχιτεκτονική των κτισμάτων του παραμένει αναλλοίωτη στον χρόνο, προκαλώντας δέος στον επισκέπτη. Περπατάμε ανάμεσα στα καλαίσθητα σπίτια και τα αρχοντικά του παρελθόντος με θέα στο φαράγγι της Βίνιανης και βέβαια, με το κλειδί στο χέρι, κατευθυνόμαστε προς το παλιό Δημοτικό Σχολείο στο οποίο κατά το παρελθόν συνεδρίαζε η αντάρτικη κυβέρνηση και που στις μέρες μας στεγάζει το Μουσείο Εθνικής Αντίστασης. Όμως δεν ξεχνάμε να επιστρέψουμε αμέσως το κλειδί… το χρειάζονται και άλλοι…
Χορτασμένοι παρελθόν συνεχίζουμε προς το Κερασοχώρι κάνοντας μια μικρή στάση στο παλιό γεφύρι της Κατούνας μέσα στη Νέα Βίνιανη. Αν και εγκαταλελειμμένο είχε και αυτό κάποτε έναν σκοπό και είχε χιλιοπερπατηθεί, ωστόσο η σημερινή του εικόνα χρήζει μια επιπλέον ματιά μα και μια ευκαιρία ανάδειξης…
Κερασοχώρι για τη συνέχεια, το οποίο βρίσκεται μόλις στα 7 χιλιόμετρα από τη θέση μας. Το παραδοσιακό αυτό κεφαλοχώρι στέκει αγέρωχο, βλέποντας τα ανεξίτηλα σημάδια της ιστορίας του στα διάφορα κτήριά του, ενώ αγναντεύει το μέλλον του μέσα από όλους αυτούς τους φιλόξενους ανθρώπους που αποτελούν το παρόν του.
Καθόμαστε για ξεκούραση και καφεδάκι στα υπέροχα πλακόστρωτα στενά του χωριού, στο καφέ του Κοσμά και εννοείται πως δεν παραλείπουμε να σκαρφαλώσουμε μέχρι το καραούλι όπου όπως λεν οι ντόπιοι, έχει την πιο όμορφη θέα σε ολόκληρο το χωριό και δεν έχουν άδικο. Λίγο πιο πίσω οι καταρράκτες του Κερασοχωρίου θα μας χαρίσουν επιπλέον υπέροχες εικόνες.
Και σαν πάρει να νυχτώνει, ακολουθούμε τον δρόμο προς Κρέντη, το μέρος που θα αποτελέσει την πρώτη μας διανυκτέρευση. Όπως όμως είναι φυσικό, επαρχία και “σούβλα” πάνε μαζί, οπότε για βραδινό φαγητό επιλέγουμε τις υπέροχες ταβέρνες της Παλαιοκατούνας, παρέα με τους φιλόξενους ανθρώπους της. Απέχει από τον Κρέντη 18 χιλιόμετρα, περίπου μισή ώρα δρόμος, όμως πραγματικά αξίζει τον κόπο.
Η επομένη μας βρίσκει να πίνουμε τον πρώτο καφέ της ημέρας στην πλατεία του Κρέντη για ένα χαλαρό ξεκίνημα. Άλλωστε η δεύτερη ημέρα του road trip μας, από εκεί και έπειτα, μας επιφυλάσσει αρκετές ώρες στην οδήγηση μα και αρκετές πανέμορφες εικόνες μέχρι τη δύση της, που θα μείνουν χαραγμένες στην καρδιά και στο μυαλό μας.
Πρώτος σταθμός μας λοιπόν το αρχαιότερο γεφύρι της Ευρυτανίας, το γνωστό γεφύρι του Μανώλη στον Αγραφιώτη ποταμό, που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 10 χιλιομέτρων με πορεία προς τα δυτικά. Και λέω γνωστό γιατί είναι ένα από τα πιο φωτογραφημένα γεφύρια του νομού, λόγο της ιδιαιτερότητάς του. Τον χειμώνα που τα νερά του ποταμού είναι φουσκωμένα, το γεφύρι βυθίζεται και μένει μονάχα ένα μικρό του μέρος ορατό στα μάτια του κόσμου, η κορυφή του τόξου του.
Χτισμένο από το 1659, μα εδώ και 60 χρόνια, έπειτα δηλαδή από την κατασκευή του φράγματος των Κρεμαστών και τη δημιουργία της ομώνυμης λίμνης, το γεφύρι σηματοδοτεί την έξοδο του ποταμού στη λίμνη ενώ ταυτόχρονα αντιστέκεται σθεναρά στη διάβρωση που του επιφέρει το νερό.
Η αλήθεια λοιπόν είναι πως η εικόνα του δεν συναντιέται πουθενά αλλού σε ολόκληρη την Ελλάδα και είναι τόσο “δυνατή” που δεν θα μπορούσε να μην είναι στο πλάνο της ημέρας μας.
Καλό είναι να γνωρίζεται πως στα 4 χιλιόμετρα με κατεύθυνση προς τη γέφυρα της Τατάρνας υπάρχει βενζινάδικο (ελίν), σπάνιο φαινόμενο στον επαρχιακό δρόμο από το Καρπενήσι και έπειτα…
Αφού λοιπόν φουλάρουμε το ρεζερβουάρ μας, αρχίζουμε την ανάβαση προς το χωριό Άγραφα, σε μια διαδρομή πλάι στον ποταμό Αγραφιώτη που μπορεί να είναι μονάχα μιας ώρας (30 χιλιόμετρα), ωστόσο με τις απαραίτητες στάσεις μας παίρνει πολύ περισσότερο.
Στα μισά της απόστασης, το υπέροχο χωριό Μοναστηράκι χτισμένο στα 660 μέτρα υψόμετρο στην βορειοδυτική όχθη του ποταμού και περιτριγυρισμένο από πανύψηλα καταπράσινα βουνά, αποτελεί έναν ακόμα σταθμό πριν το τελικό προορισμό της ημέρας. Για να φτάσει κανείς στο Μοναστηράκι αρκούν μονάχα πέντε λεπτά από τον κεντρικό δρόμο, αφού η απόσταση είναι μόλις 2,6 χιλιόμετρα από τη διασταύρωση. Στόχος δικός μας βέβαια να προσεγγίσουμε την περίφημη Σπηλιά του Κατσαντώνη, όπου είχε καταφύγει άρρωστος από ευλογιά ο Κατσαντώνης, κρυμμένη στην πλαγιά της κορυφής Πύργος, αφού ο πιο σύντομος δρόμος για τη Σπηλιά ξεκινάει μέσα από το χωριό αμέσως μετά το μαγαζάκι του κυρ Χρήστου.
Καλό βέβαια είναι να γνωρίζετε πως είναι δύσκολος για ένα συμβατικό αμάξι και ενώ στην αρχή είναι τσιμεντένιος, η συνέχεια του φέρνει πετρωμένο χώμα και σε πολλά σημεία μεγάλες πέτρες, ειδικά εάν δεν έχει περάσει μηχάνημα. Στα σημεία δε των γεφυριών, στενεύει τόσο πολύ που προκαλεί δέος. Ωστόσο, ανάλογα την εποχή, ο δρόμος κλείνει από το πολύ χιόνι μα εάν ρωτήσετε τους ντόπιους, θα σας ενημερώσουν με μιας για την πρόσβαση σε αυτόν ή μη.
Και εννοείτε πως για φαγητό ξαναγυρίζουμε πίσω στο μαγαζάκι του κυρ Χρήστου, όπου μαθαίνουμε αμέτρητες ιστορίες για τον ήρωα και τα λημέρια του. Καθόμαστε και κάτω από τον μεγάλο πλάτανο στην πλατεία του χωριού, μέρος που συνήθιζε να κάθεται ο Κατσαντώνης και γεμάτοι παρελθόν συνεχίζουμε την πορεία μας για τα Άγραφα.
Οι παλιοί λεν ότι, όταν ο Θεός έφτιαχνε τον κόσμο, πήρε μια χούφτα από χώμα και το πέρασε σε σίτα. Το εύφορο πέρασε από αυτήν και έγιναν οι κάμποι, μα οι πέτρες και τα χοντράδια έπεσαν στη γη και γεννήθηκαν τα Αγραφα…
Πόσο δίκιο έχουν…
Χαμένοι λοιπόν πλάι στον Αγραφιώτη, οδηγώντας πότε σε άσφαλτο και πότε σε βατό χώμα, περνάμε σημεία που αισθανόμαστε τις πέτρες του Θεού να μας κυκλώνουν, δημιουργώντας πανέμορφες εικόνες.
Κι ξάφνου, μια μικρή μπλε πινακίδα ξεπροβάλλει μπροστά μας, ίδια και απαράλλακτη όπως τότε… “ΑΓΡΑΦΑ”… και αμέσως μετά ο παλιός νερόμυλος με θέα το πρώτο γεφύρι των Αγράφων.
Αποθανατίζουμε τις πανέμορφες εικόνες του και ανηφορίζουμε για να βρεθούμε μέσα στα Άγραφα και να χαθούμε στα στενά σοκάκια του πάνω από την πλατεία και το δημαρχείο του χωριού.
Δεύτερη διανυκτέρευση λοιπόν σε έναν τόπο ξεχασμένο και “άγραφο” στα φορολογικά ”κιτάπια των Τούρκων όπως μας λέει η κυρα Νίκη στο βραδινό τραπέζι μας. Και σαν πέσει η νύχτα βολτάρουμε στο χωριό αναπνέοντας καθαρό οξυγόνο, αφουγκραζόμενοι την απόλυτη σιωπή και ηρεμία ενός μαγικού τόπου που έχει να μας δώσει πανέμορφες εικόνες και συναισθήματα.
Μα φτάνει η ώρα του γυρισμού με το ξημέρωμα της τρίτης ημέρας. Όμως εμείς δεν έχουμε τελειώσει ακόμα με τα Άγραφα. Και μιας και μας αρέσουν οι OFF ROAD διαδρομές, ξεκινάμε μέσα από το χωριό σε μια πορεία προς τον πιο απομονωμένο και συνάμα κρυφό οικισμό των Αγράφων, τα Χοντέικα, τον τόπο καταγωγής του γνωστού επιχειρηματία, περνώντας μπροστά από την εκκλησιά της Αγίας Παρασκευής με μια θέα στο φαράγγι πραγματικά ανεκτίμητη.
Μόλις 4 χιλιόμετρα είναι ο χωματόδρομος μέχρι την εκκλησιά και ένα ακόμα για να κατηφορίσουμε στον οικισμό, μα η διαδρομή αξίζει και με το παραπάνω. Ο δρόμος φτάνει μέχρι το ποτάμι, το οποίο ρέει έως τον Αγραφιώτη, ενώνοντας τα νερά του με αυτόν, ενώ τα λίγα σπίτια του οικισμού συντηρούνται από δυο ανθρώπους. Η ηρεμία του τόπου, μεταγγίζεται θαρρείς σε κάθε μας κύτταρο με το που πατάμε το πόδι μας στο έδαφος.
Το να ζει κανείς λοιπόν σε αυτό το μικροσκοπικό “χωριό”, όσο δύσκολες και αν είναι οι συνθήκες, για εμάς που έχουμε μάθει στην πολυκοσμία είναι ίσως εξωφρενικό, όμως πιστέψτε με, η ευφορία που αισθανόμαστε είναι ικανή ώστε να διώξει στιγμιαία κάθε άγχος, κάθε σκοτούρα, κάθε κακή σκέψη, και να χαράξει στο πρόσωπό μας ένα τεράστιο χαμόγελο που είμαστε σίγουροι πως θα μας ακολουθεί για αρκετό καιρό…
Τελευταία στάση για αυτό το υπέροχο τριήμερο, με τα χιλιόμετρα να γυρίζουν πλέον αντίστροφα, αποτελεί η γέφυρα της Τατάρνας και μια εμπειρία πραγματικά μοναδική.
Βαρκάδα λοιπόν στα διάσημα πεντακάθαρα νερά του Αχελώου για να γνωρίσουμε τα υπέροχα φιόρδ του και να αγαπήσουμε και εμείς τον υπέροχο μυθικό Θεό Αχελώο και τους άπειρους έρωτες που του είχαν αποδοθεί στο παρελθόν.
Με αφετηρία λοιπόν τη γέφυρα της Τατάρνας, στα πλαίσια της δωρεάν περιήγησης στη μεγαλύτερη τεχνητή λίμνη της χώρας με στόχο την ανάδειξη της πλούσιας ιστορικής και περιβαλλοντικής αξίας της περιοχής, και για πάνω από μια ώρα, πλέουμε στα άλλοτε γαλανά και άλλοτε καταπράσινα νερά της λίμνης Κρεμαστών, σε μια πορεία προς τις εκβολές του Αχελώου, θαυμάζοντας τη μεγαλειότητα της φύσης και τα υπέροχα φιόρδ της λίμνης, ενώ ταυτόχρονα λαμβάνουμε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που συμπληρώνουν την ανεκτίμητη αυτή εμπειρία…
Τελικά ναι… οι τρεις ημέρες είναι λίγες για να γνωρίσει κανείς τη γη των Ευρυτάνων, όμως ένα είναι σίγουρο… come back με την πρώτη ευκαιρία.
Θα το δείτε και εσείς…
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ